Σταυρός του Αγιασμάτι
Ο ναός του Τιμίου Σταυρού του Αγιασμάτι, ευρίσκεται στην οροσειρά του Τροόδους, γύρω στα έξι χιλιόμετρα ΒΔ του χωριού Πλατανιστάσα, στην αγκάλη μιας μικρής μαγευτικής καταπράσινης κοιλάδας. Ο ναός είναι του τύπου του μονόκλιτου ξυλόστεγου «Φραγκοβυζαντινού» ναού, με επικλινή στέγη και περιβάλλεται από κλειστή στοά. Εσωτερικά ολόκληρος, καλύπτεται από τοιχογραφίες. Τοιχογραφίες καλύπτουν επίσης, τον δυτικό τοίχο του και μέρος πάνω από τη νότια είσοδό του.
Ο ναός είναι κατάλοιπο ομώνυμης Μονής, όπως μαρτυρεί επιγραφή που ευρίσκεται στο εσωτερικό του ναού, πάνω από τη νότια πόρτα. Επίσης, όπου κι’ αν σκάψει κανείς, στην περιοχή γύρω από τον ναό, θα βρει ερείπια κτισμάτων. Στα ΒΔ του ναού υπάρχουν και ερείπια μικροτέρου ναού, του Τιμίου Προδρόμου.
Για να μεταβεί ένας επισκέπτης στον ναό του Τιμίου Σταυρού του Αγιασμάτι, αν έρχεται από τη Λευκωσία, πρέπει να πάρει τον δρόμο Λευκωσίας-Τροόδους και όταν φθάσει στην Περιστερώνα Μόρφου, να πάρει τον δρόμο Περιστερώνας, Ορούντας, Κάτω Μονής, Γεφύρι Παναγιάς προς Πλατανιστάσα. Τρία περίπου χιλιόμετρα έξω από την Πλατανιστάσα, θα βρει δεξιά του έναν ωραίο ασφαλτοστρωμένο δρόμο, που παίρνοντάς τον θα τον φέρει στον Σταυρό του Αγιασμάτι. Ένας άλλος δρόμος, είναι αυτός που οδηγεί από την Ανθούπολη στο Παλαιχώρι, αλλά σε κάποιο σημείο, στρίβουμε δεξιά προς την Αγροκηπιά (δρόμος προς Πλατανιστάσα).
Πριν ξεκινήσει κάποιος, πρέπει να γνωρίζει ότι θα βρει τον ναό ανοικτό. Πρέπει προηγουμένως να τηλεφωνήσει, (τηλ. 99677216) στην Πλατανιστάσα, να ζητήσει τον άνθρωπο που έχει στην κατοχή του το κλειδί του ναού και να συνεννοηθεί μαζί του για να έλθει να του ανοίξει, ή να μεταβεί ο ίδιος στην Πλατανιστάσα και να τον φέρει.
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ
Πότε ακριβώς ιδρύθηκε η Μονή του Τιμίου Σταυρού του Αγιασμάτι, δεν γνωρίζουμε. Κατά τον Νέαρχον Κληρίδη, ιδρύθηκε μετά το 817μ.Χ. Με το πέρασμα των χρόνων, η Μονή καταστράφηκε και ο σημερινός σωζόμενος ναός «ανοικοδομήθη εκ βάθρων», όπως αναφέρει και η επιγραφή που ευρίσκεται στο εσωτερικό του, πάνω από τη βόρεια πόρτα.
Με το πέρασμα των χρόνων, ο ναός έμεινε χωρίς φροντίδα και περιποίηση. Πεύκα και άλλη άγρια βλάστηση φύτρωναν γύρω του και τον σκέπαζαν. Οι βοσκοί, που έβοσκαν τα γίδια τους, στο δυσπρόσιτο τούτο μέρος, τα μάντριζαν μέσα στην κλειστή στοά του ναού και τον χειμώνα άναβαν και φωτιά για να ζεσταίνονται.
Στα τέλη του 19ου αιώνα, η Ιερά Μητρόπολη Κυρηνείας παραχώρησε τη γη της Μονής, σε κατοίκους του γειτονικού χωριού Πλατανιστάσα, με τον όρο να καλλιεργήσουν τη γη, να την δενδροφυτεύσουν και να καρπούνται τους μισούς από τους καρπούς. Το 1946, η Ιερά Μητρόπολη Κυρηνείας, πώλησε με δημοπρασία τα καλλιεργηθέντα κτήματα της Μονής, εκτός από το μικρό δάσος, δυτικά και νοτιοδυτικά του ναού, και μερικά κτήματα γύρω του.
Μέχρι το έτος 1964, δεν υπήρχε δρόμος που να συνδέει τον κύριο δρόμο Λευκωσίας – Πλατανιστάσας, με τη Μονή. Αυτός που ήθελε να θαυμάσει τις τοιχογραφίες του ναού του Σταυρού του Αγιασμάτι, έπρεπε να μεταβεί πεζός, ακολουθώντας το ένα από δύο μονοπάτια: το πρώτο ανηφορικό και δύσβατο, σύντομο όμως, και το άλλο κάπως βατό, αλλά μεγαλύτερο σε απόσταση. Τον χειμώνα του 1964-65, η Κυβέρνηση άνοιξε τον σημερινό ωραίο δρόμο από εκεί που ξεκινούσε το δεύτερο μονοπάτι, απόστασης 4 περίπου χιλιομέτρων, και ένωσε τη Μονή με τον κύριο δρόμο Λευκωσίας-Πλατανιστάσας. Σήμερα υπάρχει και άλλος δρόμος που ενώνει τη Μονή με τον δρόμο Ξυλιάτου – Λαγουδερών.
Πάντως, με όποιο τρόπο και αν φτάσει ο προσκυνητής στο Μοναστήρι τούτο, θα αισθανθεί μεγάλη αποζημίωση για τον κόπο που κατέβαλε για να φθάσει εκεί Θα δει μπροστά του, να απλώνεται ένα εκτεταμένο θέαμα που ξεκουράζει τα μάτια. Γύρω του λόφοι, καταπράσινοι, μικρές κοιλάδες με αμπέλια, αμυγδαλιές και άλλα καρποφόρα δένδρα. Κι’ όπου δεν υπάρχουν αμπέλια και καρποφόρα δένδρα, φυτρώνουν πεύκα και άλλη άγρια βλάστηση. Πιο πέρα, τις απότομες και άγριες βουνοπλαγιές, καλύπτουν πεύκα, που το χρώμα τους αλλάζει ανάλογα, από την απόσταση που τα βλέπεις. Αυτά που βρίσκονται πιο κοντά, είναι πράσινα και αυτά που βρίσκονται στο βάθος, παρουσιάζουν μια γαλάζια όψη. Στο βάθος, πέρα μακριά, εκτείνονται οι καρπεροί κάμποι της Μόρφου και της Μεσαορίας και πέρα, απόμακρα, κλείει τον ορίζοντα ο σκούρος όγκος του Πενταδάκτυλου.
Χάρμα οφθαλμών, η ανατολή του ήλιου, από τη μακρινή θάλασσα της Αμμοχώστου. Τον βλέπεις να ανεβαίνει στον ορίζοντα, κόκκινος μεγάλος κύκλος με αδύνατη λάμψη, μέχρι που θα υψωθεί στον ουρανό και σου τυφλώνει τα μάτια. Το βράδυ το καλοκαιρινό, μα και το χειμωνιάτικο, όταν δεν έχει ομίχλη, βλέπεις σαν έναστρο ουρανό τους κάμπους, με τα πολυάριθμα ηλεκτρικά φωτάκια να τρεμοπαίζουν, ενώ γύρω σου βασιλεύει το σκοτάδι και η απόλυτη σιγή, που διακόπτει του γκιώνη η φωνή και του γρύλλου ο θρήνος.
Την ημέρα, πουλιά παντός είδους, από την όμορφη πετροπέρδικα και την λαίμαργη κίσσα, μέχρι το γλυκόλαλο αηδόνι και το γοργόφτερο πετροχελίδονο, τέρπουν την ακοή με τα λογής – λογής τιτιβίσματά τους. Ο αέρας καθαρός , γεμίζει τα πνευμόνια και ευφραίνει την όσφρηση. Το χωνευτικό νερό μιας δροσερής βρυσομάνας, σε περιμένει για να σου διώξει τη δίψα. Μια απέραντη ησυχία και γαλήνη, που αρμόζει σε μοναστηριακό περιβάλλον, σου γαληνεύει την ψυχή, την κουρασμένη από τον θόρυβο και τις σκοτούρες της πολύβουης πόλης και το άγχος της καθημερινής ζωής.
Σύμφωνα με τις δύο κτητορικές επιγραφές, η ανοικοδόμηση του ναού και η αγιογράφησή του, έγιναν με έξοδα του Πρωθιερέως Πέτρου του Περάτη και της Πρεσβυτέρας αυτού Πεπάνης. Ζωγράφος του ναού είναι ο Φίλιππος Γουλ.
Η χρονολογία είναι φθαρμένη. Το 1914 ο Περιστιάνης, που επισκέφθηκε το ναό και φαίνεται ότι τότε ξεχώριζαν μερικά γράμματα, διάβασε 1477. Η Μπακιέρ, εισηγήθηκε αργότερα τη χρονολογία 1466. Τη χρονολογία αυτήν ασπάσθηκε και ο Α. Στυλιανού. Επίσης τη χρονολογία αυτή δέχθηκε και ο Α. Παπαγεωργίου.
Στον Σταυρό του Αγιασμάτι, αναφέρει ο Α. Παπαγεωργίου στην πιο πάνω μελέτη του, η δυτική επίδραση είναι πιο ισχυρή, ενώ στον ναό του Αγίου Μάμα ο ζωγράφος μένει πιο κοντά στην παράδοση. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι αναγκαστικά ο ναός του Σταυρού του Αγιασμάτι ζωγραφήθηκε πιο ύστερα από τον ναό του Αγίου Μάμα στον Λουβαρά.
Αλλά ας έλθουμε τώρα και στον κτήτορα του ναού. Αυτός, κατά τις κτητορικές επιγραφές, λεγόταν Πέτρος και ήταν Πρωθιερέας και έγγαμος. Η πρεσβυτέρα του ονομαζόταν Πεπάνη. Φαίνεται ότι όταν τελείωσε η αγιογράφηση του ναού, αυτός είχε πια πεθάνει. Για τούτο ο ζωγράφος τον αναφέρει «Κυρόν». Για την καταγωγή του τίποτε δεν αναφέρουν οι επιγραφές. «Περάτης» κατά την Αγία Γραφή ονομάζεται ο ξένος.
Ο Δούκας, ένας από τους ιστορικούς της Αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως (1453), αναφέρει στο Χρονικό του σελ. 21, τόπο καλούμενο Αγιασμάτι επί της Μικρασιατικής ακτής. Επίσης «Πέρα» καλείται και τόπος έναντι της Κωνσταντινουπόλεως. Φαίνεται ότι από τα μέρη αυτά καταγόταν ο Πρωθιερέας Πέτρος, ο οποίος, μετά τη Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, ήλθε στην Κύπρο, η οποία τότε ήταν
Λατινοκρατούμενη, ανέβηκε στα δύσβατα βουνά του Τροόδους, γιατί στις πόλεις και στις πεδιάδες, κυριαρχούσε ο Καθολικός Κλήρος, ξόδευσε για την ανοικοδόμηση και αγιογράφηση του ναού του Τιμίου Σταυρού του Αγιασμάτι, και πιθανόν ο ίδιος από τότε να του έδωσε και το όνομα
Αγιασμάτι, για να θυμάται τον τόπο καταγωγής και προέλευσής του.
Καιρός όμως, να περάσουμε μέσα στον ναό και να θαυμάσουμε τις εξαίρετες τοιχογραφίες του.
Στην κορυφή του αετώματος του ανατολικού τοίχου, εικονίζεται ο Χριστός, «ο Βασιλεύς της Δόξης», και κάτω από αυτόν ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Στα βόρεια της αψίδας είναι ζωγραφισμένοι, από πάνω προς τα κάτω, ο Δαβίδ, ο Δανιήλ και ο Πρωτομάρτυρας Στέφανος. Στην αχιβάδα της Αγίας Πρόθεσης η «Άκρα ταπείνωσης» και δεξιότερα άλλος Διάκονος, αδιάγνωστος.
Στα νότια της αψίδας είναι ζωγραφισμένοι, με την ίδια σειρά,
ο Σολομών, ο Ησαίας, ο Άγιος Λαυρέντιος (Διάκονος). Ενώ στην ορθογώνια αχιβάδα πιο κάτω, είναι ζωγραφισμένος Σταυρός. Στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας είναι ζωγραφισμένη η Θεοτόκος, όρθια δεομένη, ντυμένη ως βυζαντινή Αυτοκρατόρισσα, με τον Χριστό σε στηθάριο, ανάμεσα στους Αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ, ντυμένους ως Διακόνους.
Πιο κάτω εικονίζεται η μετάληψη των Αποστόλων, ενδιαφέρουσα από εικονογραφική άποψη, γιατί παρουσιάζει τον Χριστό να κάθεται σε θρόνο μπροστά στην Αγία Τράπεζα και να προσφέρει με το δεξί του χέρι τον άρτο στους έξι μαθητές, στα αριστερά του θεατή, και με το αριστερό του χέρι το ποτήριο, στους άλλους έξι μαθητές, στα δεξιά του θεατή.
Πιο κάτω, ανάμεσα στα παράθυρα της αψίδας, εικονίζονται δύο Άγγελοι ως Διάκονοι κρατώντας ριπίδια και, κάτω από τα παράθυρα, η Αγία Τράπεζα με τον Χριστο-μελισμό και δύο κηροπήγια, ενώ δεξιά και αριστερά εικονίζονται να λειτουργούν οι ακόλουθοι Ιεράρχες: Τριφύλλιος, Βαρνάβας, Επιφάνιος, Χρυσόστομος, αριστερά, και Βασίλειος, Γρηγόριος (ο Θεολόγος), Σπυρίδων και Ηρακλείδιος, δεξιά.
Νότιος Τοίχος
Ο νότιος τοίχος χωρίζεται σε δύο ζώνες, όπως και ο βόρειος. Στο ανατολικό άκρο, πίσω από το εικονοστάσιο και μέσα στο Άγιο Βήμα, είναι ζωγραφισμένοι στην πάνω ζώνη, ο Άγιος Ελευθέριος, ο Ρωμανός ο Μελωδός και ο Θεοφάνης ο Ποιητής, όρθιοι. Στην κάτω ζώνη, από τα γόνατα και πάνω τρεις Κύπριοι Άγιοι: ο Τύχων, ο Ιωάννης ο Ελεήμων και ο Μνάσων. Μέσα στον κυρίως ναό, στην πάνω ζώνη, είναι ζωγραφισμένοι: ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ, οι Ευαγγελιστές Ματθαίος και Λουκάς, η Γέννηση της Θεοτόκου, τα Εισόδια της Θεοτόκου, η Γέννηση του Χριστού, η Υπαπαντή, και, κάτω από τις δύο τελευταίες σκηνές η μία από τις κτητορικές επιγραφές, η Βάπτιση, η Ανάσταση του Λαζάρου, η Βαϊοφόρος και η Μεταμόρφωση.
Στην κάτω ζώνη, ο Πρόδρομος, σαν μέρος μιας δέησης, και στο τύμπανο του τυφλού τόξου ο Αρχάγγελος Μιχαήλ. Στο εσωράχιο του τυφλού τόξου έχουμε, από τα αριστερά προς τα δεξιά, το θαύμα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στις Χώνες και τέσσερα μετάλλια με τον Άγιο Τρύφωνα, Αρτέμιο, Νικήτα και Μηνά, όπως και τη γνωστή σκηνή της εμφάνισης του Αρχαγγέλου στον Ιησού του Ναυή.
Πιο κάτω έχουμε όρθιους τους Αγίους Κοσμά, αριστερά, και Δαμιανό, δεξιά. Πάνω, δεξιά και αριστερά από το τόξο, έχουμε τη μετάληψη της Μαρίας της Αιγυπτίας από τον Αββά Ζωσιμά. Ακολουθεί ο Απόστολος Παύλος όρθιος και στις παρειές της θύρας, αριστερά, Στυλίτης του οποίου το όνομα έχει εξαφανισθεί, και δεξιά ο Συμεών ο Στυλίτης. Ακολουθούν, δυτικά της νότιας θύρας, επτά ασκητές όρθιοι, οι Αντώνιος, Θεοδόσιος ο Κοινοβιάρχης, Αρσένιος, Σάββας, Κυριακός, Ονούφριος και ένας αδιάγνωστος. Ακολουθεί ο Άγιος Δημήτριος.
Στην κορυφή του αετώματος του δυτικού τοίχου, μέσα σε τμήμα τόξου ίριδας, εικονίζεται ο «Παλαιός των ημερών» και το Άγιο Πνεύμα ως περιστερά και πιο κάτω η Σταύρωση. Αριστερά ο Προφήτης Ησαίας και κάτω από αυτόν ο Χριστός. Δεξιά ο Μωϋσής και πιο κάτω, η Αποκαθήλωση.
Κάτω από το ζευκτό και πάνω από τη δυτική είσοδο υπάρχουν πέντε σκηνές: ο Μυστικός Δείπνος, ο Νιπτήρ, η Προσευχή στον κήπο της Γεθσημανή, η Προδοσία και ο Ιησούς μπροστά στους Αρχιερείς Άννα και Καϊάφα.
Στην κάτω ζώνη, στα νότια της δυτικής θύρας, εικονίζεται ο Άγιος Μάμας πάνω σε λιοντάρι και, στα βόρεια, ο Άγιος Γεώργιος καβαλάρης σε άλογο. Στη νότια πλευρά της δυτικής θύρας, εικονίζεται ο Άγιος Σωζόμενος και, στη βόρεια, ο Άγιος Ανδρόνικος. Μαζί με τον καθένα και ένας Σταυρός αποτροπαϊκός (που αποτρέπει το κακό).
Βόρειος Τοίχος
Στην πάνω σειρά είναι ζωγραφισμένες οι ακόλουθες σκηνές:
Η άρνηση του Πέτρου, ο Ιησούς ενώπιον του Πιλάτου, ο Εμπαιγμός, ο Επιτάφιος Θρήνος, η Ψηλάφηση του Θωμά, η Ανάληψη, η Πεντηκοστή, η Κοίμηση της Θεοτόκου, οι Ευαγγελιστές Ιωάννης και Μάρκος, Και λίγο πιο κάτω, ο Πρόχορος και, κοντά στο εικονοστάσι, ο Ιωακείμ και η Άννα (που έχουν πάθει μεγάλη καταστροφή).
Στην κάτω ζώνη εικονίζεται ένας στρατιωτικός Άγιος, ίσως ο Άγιος Θεόδωρος, ένας ασκητής αδιάγνωστος, ο Στέφανος ο Νέος, ο Ιωάννης της Κλίμακος, ένας ασκητής αδιάγνωστος και ένας άλλος ασκητής, ίσως ο Άγιος Ευθύμιος.
Στη δυτική παρειά της βόρειας θύρας είναι ζωγραφισμένος ο Άγιος Ιωάννης ο Καλυβίτης και στην ανατολική ο Άγιος Αλέξιος, «Ο άνθρωπος του Θεού», Και μαζί αποτροπαϊκοί Σταυροί. Στα ανατολικά της βόρειας θύρας, είναι ο Άγιος Νικόλαος, ο Απόστολος Ανδρέας και ο Απόστολος Πέτρος.
Στο τύμπανο του τυφλού τόξου του βορείου τοίχου, εικονίζεται η ιστορία της εύρεσης του Τιμίου Σταυρού σε δέκα σκηνές, ανάμεσα στους βραχίονες ενός Σταυρού, και πιο κάτω τέσσερις στρατιωτικοί Άγιοι: Θεόδωρος ο Τύρων, ένας αδιάγνωστος, και Σέργιος και Βάκχος. Στο εσωράχιο συνεχίζονται οι σκηνές που σχετίζονται με τον Τίμιο Σταυρό: Το όραμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ο Μέγας Κωνσταντίνος με τον Σταυρό επικεφαλής προχωρεί εναντίον της Ρώμης, ο Μωϋσής μπροστά στη Φλεγόμενη Βάτο, ο καταποντισμός των Αιγυπτίων και η Ύψωση του Τιμίου Σταυρού. Πιο κάτω από τις σκηνές αυτές εικονίζονται, αριστερά, ο Άγιος Παντελεήμων και δεξιά, ο Άγιος Ιωάννης ο Λαμπαδιστής.
Ανατολικά από το τυφλό τόξο του βορείου τοίχου εικονίζονται, έξω από το εικονοστάσι, η Θεοτόκος Παράκληση, που μαζί με τον Πρόδρομο, απέναντι στον νότιο τοίχο, αποτελούν τη δέηση, με τον Χριστό στην κορυφή του αετώματος του ανατολικού τοίχου.
Πίσω από το Εικονοστάσι και μέσα στο Άγιο Βήμα, στη πάνω ζώνη του Βόρειου τοίχου, είναι ζωγραφισμένοι όρθιοι, ο Κοσμάς ο Ποιητής, ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός και ένας Ιεράρχης αδιάγνωστος. Στην κάτω ζώνη, είναι ζωγραφισμένος ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, από τα γόνατα και πάνω, σε στάση μετωπική και ως Ιεράρχης, το όραμα του Πέτρου Αλεξανδρείας και η θυσία του Αβραάμ. Πιο κάτω εικονίζεται ο Άγιος Ανδρέας ο Κρήτης και ένα εξαπτέρυγο.
Στα ζευκτά είναι ζωγραφισμένα: Το Άγιο Μανδήλιο, το Άγιο Κεράμιο, ο Άγιος Ιάκωβος ο Πέρσης, ο Άγιος Μερκούριος και ο Άγιος Νέστωρ. Της ίδιας εποχής είναι ζωγραφισμένο και το επιστύλιο του εικονοστασίου, που είναι στηριγμένο σε γεισίποδες. Ανάμεσα στους γεισίποδες υπάρχουν 11 στηθάρια με μορφές Αγίων, που, δυστυχώς πριν επιδιορθωθούν, υπέστησαν απολεπισμό. Οι επιγραφές που συνοδεύουν τους Αγίους είναι δυσδιάκριτες. Διαβάζουμε: Γρηγόριος Αρμενίας, Σιλβέστρος, Λεόντιος, Γρηγόριος ο Θαυματουργός, Αμβρόσιος, Θεράπων.
Πάνω από τη νότια θύρα, στην εξωτερική πλευρά του νότιου τοίχου, στο μικρό τυφλό τόξο και γύρω από αυτό, εικονίζεται η αγιογραφική παράσταση «Άνωθεν οι Προφήται». Δυτικώτερα η Θεοτόκος όρθια, εισάγει τους δύο Δωρητές, τον Ιερέα Πέτρο Περάτη και τη σύζυγό του Πεπάνη, που γονατιστοί προσφέρουν τον Ναό στον Χριστό, που κάθεται σε θρόνο.
Το μεγαλύτερο μέρος της εξωτερικής πλευράς του δυτικού τοίχου, από το ύψος της θύρας μέχρι την κορυφή του αετώματος, καλύπτεται με την παράσταση της Δευτέρας Παρουσίας (που δεν φαίνεται να είναι από το χέρι του Φίλιππου Γουλ, που ζωγράφισε τις άλλες τοιχογραφίες το ναού).
Στο τύμπανο του μικρού τυφλού τόξου, πάνω από την δυτική θύρα , είναι ζωγραφισμένη «η εις Άδου Κάθοδος», ενώ στο εσωράχιο του τόξου, τέσσερις ακόμη σκηνές, που ακολουθούν την Ανάσταση: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη», «Μη μου άπτου», οι Μυροφόρες μπροστά στο κενό μνημείο και οι Απόστολοι Πέτρος και Ιωάννης να έρχονται στο μνημείο.
Στα βόρεια της πόρτας εικονίζονται όρθιες, η Αγία Βαρβάρα, η Αγία Παρασκευή, η Αγία Μαρίνα και η Θεοτόκος.
Για να επισκεφτείτε την εκκλησία, παρακαλώ επικοινωνήστε με τον πάτερ Γεώργιο Κούρρη στο τηλέφωνο: 99677216.
Εκκλησία του Αρχαγγέλου Μιχαήλ
Στο κέντρο του χωριού, το λεγόμενο «Μέσα χωριό», στο ύψωμα, βρίσκεται η μεγάλη εκκλησία της κοινότητας Πλατανιστάσας, αφιερωμένη στον Αρχιστράτηγο των επουρανίων Δυνάμεων, τον Αρχάγγελο Μιχαήλ, και ειδικότερα, στο εν Χώναις θαύμα του Αρχάγγελου Μιχαήλ, που η Εκκλησία μας, το εορτάζει στις 6 Σεπτεμβρίου. Η εκκλησία αυτή, κτίσμα του 19ου αιώνα, στη θέση που βρισκόταν άλλη μικρότερη, κατάγραφη από αγιογραφίες, του 15ου περίπου αιώνα και που την κατεδάφισαν οι πρόγονοί μας, μη γνωρίζοντας την αξία της, είναι ξυλόστεγη και ανακαινίσθηκε και πήρε τη σημερινή της μορφή το 1916.
Στην αυλή της, βρισκόταν και το κοιμητήριο του χωριού μέχρι το 1941, όπου κτίσθηκε το σημερινό κοιμητήριο και μεταφέρθηκαν εκεί τα οστά όσων βρίσκονταν θαμμένοι στην αυλή της εκκλησίας του Αρχαγγέλου Μιχαήλ. Ο επισκέπτης, μπορεί να θαυμάσει το υπέροχο τέμπλο της εκκλησίας αυτής και τις εξαίρετες φορητές εικόνες του, που οι περισσότερες είναι του 1883.
Εκκλησία του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου
Στη βόρεια περιοχή του χωριού, τη λεγομένη «Λαουδέ», στη δεξιά μεριά του δρόμου, βρίσκεται η εκκλησία του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, και αυτή στη θέση παλαιότερης εκκλησίας, που ανακαινίσθηκε τον 17ον αιώνα και χρησιμοποιόταν ως κύρια εκκλησία του χωριού, μέχρι που ανακαινίσθηκε η εκκλησία του Αρχαγγέλου και πήρε τη σημερινή της μορφή. Και η εκκλησία αυτή, είναι ξυλόστεγη και έχει επιδιορθωθεί τελευταία, από το Τμήμα Αρχαιοτήτων και με εισφορά του μακαριστού ευεργέτη του χωριού, Κυπριανού Κουππά, ο οποίος ξόδευσε και για την κατασκευήτης πλατείας του χωριού. Στην εκκλησία αυτή ο επισκέπτης θα θαυμάσει το εξαίρετο εικονοστάσι της, του 17ου αιώνα, και τις φορητές εικόνες του.
Εκκλησία της Παναγίας Καταφυγιώτισσας
Στο νότιο μέρος του χωριού, στο «Γουνάρι», στο ύψωμα της τοποθεσίας «Κατωφύδι», σε ένα μαγευτικό πευκόφυτο τοπίο, βρίσκεται κτισμένο ένα νεότερο εκκλησάκι, στο όνομα της Παναγίας της Καταφυγιώτισσας. Το εκκλησάκι τούτο κτίσθηκε με πολλή αγάπη, από τους κατοίκους του χωριού, προς την Παναγία Μητέρα του Χριστού, τη Μητέρα όλων των πιστών και πονεμένων Χριστιανών, στα δύσκολα χρόνια του επικού Αγώνα της ΕΟΚΑ 1955 – 59, σε ανάμνηση ενός ερειπωμένου ομώνυμου παρεκκλησίου που βρισκόταν λίγο πιο κάτω, στον ίσκιο μιας αιωνόβιας τρεμιθιάς, και που στη σκέπη του, προστάτευε τα μικρά Ελληνόπουλα του χωριού, στα χρόνια του φρικτού παιδομαζώματος των Τούρκων, Πόθος μεγάλος των κατοίκων της Πλατανιστάσας, τούτο το μικρό απλό ξωκλήσι, να ανακαινισθεί και ο χώρος γύρω του να εξωραϊστεί, να γίνει τόπος ανάπαυσης και προσευχής του κάθε επισκέπτη του χωριού και των ιδίων των κατοίκων της Πλατανιστάσας.